Σχεδόν όλα τα δημητριακά περιέχουν χλωρμεκουάτ - Τι είναι και τι μπορεί να προκαλέσει
Το χλωρμεκουάτ, ένα φάρμακο με πιθανές τοξικές επιπτώσεις, εντοπίζεται σχεδόν σε όλα τα γνωστά δημητριακά.

Ένας χημικός παράγοντας που αρχικά χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά σε διακοσμητικά φυτά φαίνεται πως έχει εισέλθει στην καθημερινή μας διατροφή. Πρόκειται για το χλωρμεκουάτ (chlormequat), έναν ρυθμιστή της ανάπτυξης των φυτών που βοηθά τις καλλιέργειες όπως να αναπτύσσονται πιο χαμηλά και σθεναρά, διευκολύνοντας τη συγκομιδή. Όμως, νέες μελέτες προκαλούν ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις του στην ανθρώπινη υγεία, καθώς εντοπίζεται όλο και πιο συχνά σε γνωστά δημητριακά .
Η μελέτη του Environmental Working Group (EWG), που δημοσιεύτηκε στο Journal of Exposure Science & Environmental Epidemiology, αναφέρει ότι το 80% των Αμερικανών που εξετάστηκαν την περίοδο 2017-2023 είχαν ίχνη του χλωρμεκουάτ στα ούρα τους. Το ποσοστό εντοπισμού αυξήθηκε αισθητά μέσα στα χρόνια, αγγίζοντας το 90% το 2023. Αυτή η αύξηση συνέπεσε με αλλαγές στη νομοθεσία που επέτρεψαν τη χρήση του σε εισαγόμενες τροφές όπως η βρώμη και το κριθάρι.
Πώς ένα χημικό για φυτά μπήκε νόμιμα στη διατροφική αλυσίδα
Όπως διαβάζουμε στο The Brighter Side News, έρευνες που έγιναν το 2022 και το 2023 σε προϊόντα βρώμης από αμερικανικά καταστήματα βρήκαν το χημικό σε 92% των δειγμάτων, ανάμεσά τους και σε πασίγνωστες μάρκες δημητριακών. Από τα 20 προϊόντα που εξετάστηκαν, μόνο ένα δεν περιείχε ανιχνεύσιμες ποσότητες της ουσίας. Ακόμα και κάποια βιολογικά προϊόντα περιέχουν ίχνη της, αν και σε μικρότερες συγκεντρώσεις.
Το γεγονός ότι το χλωρμεκουάτ αποβάλλεται γρήγορα από τον οργανισμό – συνήθως μέσα σε 24 ώρες – σημαίνει ότι η παρουσία του στα ούρα υποδηλώνει πρόσφατη έκθεση μέσω της διατροφής. Το 2023, όχι μόνο αυξήθηκε ο αριθμός των ατόμων με ανιχνεύσιμα επίπεδα, αλλά καταγράφηκαν και υψηλότερες συγκεντρώσεις, σύμφωνα με τη μελέτη της EWG.
Ανησυχητικά ευρήματα από μελέτες σε ζώα για γονιμότητα και ανάπτυξη
Το χλωρμεκουάτ δεν είναι κάτι νέο. Από τη δεκαετία του 1980, Δανοί κτηνοτρόφοι ανέφεραν προβλήματα γονιμότητας σε χοίρους που είχαν τραφεί με σιτηρά επεξεργασμένα με τη χημική αυτή ουσία. Πειράματα που ακολούθησαν έδειξαν ότι επηρέαζε αρνητικά τον αναπαραγωγικό κύκλο των θηλυκών και την ποιότητα του σπέρματος στα αρσενικά ζώα.
Πιο πρόσφατες μελέτες σε αρουραίους επιβεβαίωσαν τα προβλήματα: καθυστέρηση στην εφηβεία, μειωμένη τεστοστερόνη και μικρότερα γεννητικά όργανα ήταν μερικά από τα ευρήματα. Επίσης παρατηρήθηκε διαταραχή στην ανάπτυξη των εμβρύων και στο μεταβολισμό τους. Μάλιστα, σε ορισμένα πειράματα, αρσενικά που είχαν εκτεθεί παρουσίασαν μειωμένη κινητικότητα σπέρματος και γενική υπογονιμότητα.
Οι επιδράσεις στον άνθρωπο δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητές. Δεν φαίνεται να δρα με τον ίδιο τρόπο όπως άλλες γνωστές ουσίες που διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα, αλλά μπορεί να επηρεάζει την παραγωγή ορμονών ή να προκαλεί κυτταρικό στρες. Πιθανές επιπτώσεις περιλαμβάνουν αναπαραγωγικά προβλήματα, ενδοκρινικές διαταραχές, ερεθισμούς στο δέρμα και το αναπνευστικό, νευροτοξικότητα ή ακόμα και αυξημένο κίνδυνο καρκινογένεσης σε περιπτώσεις μακροχρόνιας έκθεσης.
Η παρουσία του σε τόσο μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού — παρά τον σύντομο χρόνο παραμονής του στο σώμα — υποδηλώνει ότι η διατροφική έκθεση είναι συχνή και συνεχής. Στην Ευρώπη, αντίστοιχες μελέτες έδειξαν ότι η ουσία ανιχνεύεται σχεδόν σε όλους τους πολίτες, ενώ συχνά τα επίπεδά της ξεπερνούν εκείνα άλλων γνωστών φυτοφαρμάκων.
Οι επιστήμονες ζητούν επανεξέταση
Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν στοιχεία για το πώς επηρεάζει τους ανθρώπους μέσω του αίματος ή του μητρικού γάλακτος, αφήνοντας σημαντικά κενά για τις επιπτώσεις του σε εγκύους και βρέφη. Ωστόσο, οι ειδικοί καλούν τις αμερικανικές αρχές να επανεξετάσουν τα δεδομένα και να ενισχύσουν τους ελέγχους, προτού το πρόβλημα ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
